Με αφορμή λοιπόν ένα "αλογάκι της Παναγίας" που είδαμε απόψε στην αυλή ας πούμε και μερικές λέξεις από την κρητική (ή και τουρκοκρητική;) διάλεκτο
Το μπεγίρι = το άλογο
&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&
ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ:
Ο κουρκουζάνης = ο φοβιτσιάρης
Μπρε συ κουρκουζάνα είσαι;
Ο χιανέτης = αυτός που δεν είναι άξιος να κάνει κάτι
Σαν τον γάϊδαρο το χιανέτη είναι κιοσές (=αυτός)
(δηλ. βαριέται)
Ο χαερλής = ο άξιος, αυτός που κάνει χαέρι (=δουλειά)
Ο τζαναμπέτης = ο αχαΐρευτος, ο εργάτης που δεν δουλεύει
Ο ντερτιλής = ο νευρικός, ο πεισματάρης
&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&&
Κίτικο = λίγο
Είναι κίτικο το περβόλι (= δεν προοδεύει)
Το νταμπιέτι μου = η διάθεση
Εχάλασε το νταμπιέτι μου και δεν έχω όρεξη να φάω
Κουτουρού = στα τυφλά, χωρίς πρόγραμμα
Πως βάζεις το λάδι στο φαί; Στα κουτουρού.
Το πεσκέσι = το δώρο
Μαχιαλά = ειρωνική έκφραση που δείχνει απαξίωση
Μαχιαλά! Πεσκέσι που μου 'φερες! (δηλ. χαράς το πράμα)
Ο σεφτές = η καλή τύχη
Καλός νάναι ο σεφτές σου. Ή Δεν ήρθε ακόμα κανείς να μου κάνει σεφτέ. Ή Δεν ήκαμα σεφτέ σήμερα (για εμπορικά μαγαζιά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου