Σκοπός ιστολογίου

Για να προβάλουμε αυτά που μας παραδόθηκαν, να θυμόμαστε αυτούς που μας τα παράδωσαν, να μην ξεχνιόμαστε, να επικοινωνούμε και να μη χανόμαστε.....

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016

Τι λοιπόν;

Ποίημα Γεωργίου Δροσίνη


Τῆς ζωῆς μας τὸ σύνορο
Θὰ τὸ δείχνει ἕνα ὀρθὸ κυπαρίσσι;

Κι ἀπὸ ὅ,τι εἴδαμε, ἀκούσαμε, ἀγγίξαμε
Τάφου γῆ θὰ μᾶς ἔχει χωρίσει;

Ὅ,τι ἀγγίζουμε, ἀκοῦμε καὶ βλέπουμε
Τοῦτο μόνο ζωή μας τὸ λέμε;

Κι αὐτὸ τρέμουμε μήπως τὸ χάσουμε
Καὶ χαμένο στοὺς τάφους τὸ κλαῖμε;

Σ’ ὅ,τι ἀγγίζουμε, ἀκοῦμε καὶ βλέπουμε
Τῆς ζωῆς μας ὁ κόσμος τελειώνει;

Τίποτε ἄλλο; Στερνό μας ἀπόρριμα
Τὸ κορμὶ ποὺ σκορπιέται καὶ λιώνει;

Κάτι ἀνέγγιχτο ἀνήκουστο ἀθώρητο
Μήπως κάτω ἀπ’ τοὺς τάφους ἀνθίζει;

Κι ὅ,τι μέσα μας κρύβεται ἀγνώριστο
Μήπως πέρα ἀπ’ τὸ θάνατο ἀρχίζει;

Μήπως ὅ,τι θαρροῦμε βασίλεμα,
Γλυκοχάραμα αὐγῆς εἶναι πέρα;

Κι ἀντὶ νὰ ‘ρθει μιὰ νύχτ’ ἀξημέρωτη,
Ξημερώνει μιὰ ἀβράδιαστη μέρα;

Μήπως εἶναι ἡ ἀλήθεια στὸ θάνατο
Κι ἡ ζωὴ μήπως κρύβει τὴν πλάνη;

Ὅ,τι λέμε πὼς ζεῖ, μήπως πέθανε
Κι εἶναι ἀθάνατο, ὅ,τι ἔχει πεθάνει;






Πίστη

Ποίημα Γεωργίου Δροσίνη

Δεν έχεις Πίστη, όταν τα στάχυα σου
προσμένεις να γενούν σιτάρι,
κι από τ' άκαρπο δεντρί, που κέντρωσες,
προσμένεις καρπερό βλαστάρι!

Πίστη έχεις, όταν από το χέρσωμα
κι από τα αστραποκαμένα ξύλα,
προσμένεις τους καρπούς ολόδροσους
και καταπράσινα τα φύλλα.


Δεν έχεις Πίστη, όταν, πηγαίνοντας
το δρόμο του βουνού, προσμένεις
να φτάσεις ως το ανάερο ψήλωμα
κάποιας κορφής μαρμαρωμένης.

Πίστη έχεις, όταν, αλυσόδετος,
μέσα από τα βάθη της αβύσσου,
προσμένεις ως τα ουράνια ελεύτερο
να φτερουγίσει το κορμί σου.


Δεν έχεις Πίστη, όταν τ' απόβραδο
προσμένεις να προβάλλουν τ' άστρα,
και με του πετεινού το λάλημα
να φέξη η αυγή ροδογελάστρα!

Πίστη έχεις, όταν- όσο αλόγιστο
και πλάνο ο νους σου κι αν το ξέρει-
προσμένεις ήλιο τα μεσάνυχτα
κι αστροφεγγιά το μεσημέρι.


Δεν έχεις Πίστη, όταν, πιστεύοντας,
ρωτάς την κρίση και τη γνώση!
Δεν έχεις Πίστη, όταν την πίστη σου
στο λογικό έχεις θεμελιώσει!

Πίστη έχεις, όταν κάθε σου όνειρο
το ανάφτεις στο βωμό της τάμα,
κι αν κάποιο τάμα σου είναι αδύνατο,
προσμένεις να γενεί το θάμα.






Εμβατήριο Κρήτης


Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη
Τα βαριά της τα σίδερα σπα
Και σαν πρώτα χτυπιέται, χτυπά
Και γοργή κατεβαίνει.

Με μεγάλο, θεόρατο δόρυ
Όλη νιάτα πετά και ζωή
Και σε τόση φωτιά και βοή
Τρέμουν δάση και όρη.

Όπου ρίξει θολή τη ματιά της,
Χίλια όπλα στις ράχες λαλούν
Και χιλιάδες πετούν πυροβολούν
Τουρκομάχοι μπροστά της.

Τιμημένο σπαθί ξεγυμνώνει
Μα ο σουλτάνος σπαθί δεν γροικά
Το βαρύ της χέρι χτυπά
Και η ματιά της λαβώνει.

Xτύπα, χτύπα της θάλασσας Σούλι!
Χτύπα κόρη γλυκειά του γιαλού!
Εδώ οι άνδρες παλαίουν,
Αλλού ζουν ως γυναίκες ή δούλοι.

Από εδώ Σεληνιώτες Λακκιώτες
από εκεί στη φωθιά Σφακιανοί
να βουίζει παντού μια φωνή
σταις σπαθιαίς μας ταις πρώτες.


150 χρόνια από το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου
9 Noεμβρίου 1866
Αρκάδι, Pashley 1837




Μαντινάδα για τα γενέθλια των εγγονιών


Καλλιρρόη, Σταυρούλα, Γιώργος και Νεκταρία

Γενέθλια 'χεις σήμερα
χρόνια πολλά να ζήσεις
κι ό,τι ποθεί η καρδούλα σου
γρήγορα ν' αποκτήσεις!!!


Γιαγιά Καλλιρρόη




Πέρα στους πέρα κάμπους (παραδοσιακό)




Στίχοι
Πέρα στους πέρα κάμπους (τρις) οπού 'ναι οι ελιές,
είν' 'να μοναστηράκι (τρις) που πάν' οι κοπελιές.

Πάω κι εγώ ο καημένος (τρις) για να λειτουργηθώ,
να κάνω το σταυρό μου (τρις) σαν κάθε Χριστιανός.

Βλέπω μια Παναγιά άλλη (τρις)  βλέπω μια κοπελιά,
έκανε το σταυρό της (τρις) κι έλαμπ' η εκκλησιά.

Ρωτώ, ξαναρωτώ τη (τρις) 'πό πού 'σαι κοπελιά,
από εδώ κοντά 'μαι (τρις) κι από το μαχαλά.

Μα έχω γέρον άντρα (τρις) και δυο μικρά παιδιά,
π' ολημερίς με δέρνει (τρις) έχει σκληρή καρδιά.

Βαρύ σταμνί μου δίνει (τρις) και κοντό σκοινί,
ν' αργήσω να γεμίσω (τρις) για να 'βρει αφορμή.