Η καλίκωση = τα παπούτσια
"Απού 'μαθε αξυπόλητος, εργά καλικωμένος"
"Δεν προλαβαίνω να τονε καλικώνω"
"Καταλύθηκε η καλίκωσή μου και πρέπει να πάρω άλλη"
Η ταχινή = πρωΐ-πρωΐ
"Θα σηκωθώ ταχινή-ταχινή να φύγω"
"Ο ταχινοσηκωμένος είναι πάντα κερδισμένος"
Το κιντί = το απόγευμα
"Εδά το κιντί θα πας στην εξοχή που δεν έχεις ώρα;"
"Το κιντί θα φάμε πράμα και το βράδυ μια ολιά (=λίγο)"
Ο ντουχιουμάνης = ο εχθρός, ο κακός άνθρωπος
"Αυτός είναι κακός ντουχιουμάνης"
Ντουχιουντίζω = σκέφτομαι
"Ε, ήντά 'χεις και ντουχιουντίζεις;"
Καρακοντζολεύω = ψάχνω να βρω κάτι κάνοντας θόρυβο
"Ήντα καρακοντζολεύεις εκιά μέσα;"
"Ήντα κάνεις ετά και καρακοντζολεύεις;"
"Θα καρακοντζολέψω και θα το βρω"